Φανταρος
Περπάταγα σε έναν κεντρικό δρόμο εγώ και άλλες 3 κοπέλες και είχα αγκαλιά ένα αγοράκι 3 ετών(δεν ήταν δικό μου, ήταν μιας φίλης που ήταν μαζί).
Ο δρόμος ήταν σκοτεινός και βλέπουμε ένα κτίριο και μπαίνουμε μέσα. Μάλλον ήταν αστυνομικό τμήμα ήταν 3 αστυνομικοί στα γραφεία τους και 3 άντρες με στολή αεροπορίας.
Ο ένας με πλησιάζει και μου χαμογέλαγε με παίρνει στην άκρη και μου μιλάει, μιλάγαμε σαν να γνωριζόμασταν πολύ καιρό εγώ έβλεπα το πρόσωπο του αλλά δεν θυμόμουν το όνομα του να συμπληρώσω σε όλο αυτό το παιδάκι συνέχιζα να το έχω στην αγκαλιά μου.
Και ενώ ο φαντάρος μου έλεγε ότι χάθηκα και έχουμε πολύ καιρό να μιλήσουμε εγώ παρατηρούσα το πρόσωπο του για να μπορέσω να θυμηθώ ποιος είναι.
Ήταν ψηλός μελαχρινός με ίσιο κοντό μαλλί. Τότε γυρνάω και του λέω πάμε στους άλλους για να μην δώσουμε δικαίωμα και εκείνη την στιγμή εξαφανίζεται το μωρό από την αγκαλιά μου και βρίσκομαι στο δωμάτιο μου και πάνω στο κρεβάτι μου είχε 10 πιάτα πλαστικά πολύχρωμα μοιρασμένα από 5 σε δυο στοίβες και ένα σιντι.
Και μου λέγανε οι φίλες μου ότι αυτός ο φαντάρος μου τα έφερε εδώ για να μου τα κάνει δώρο επειδή μου χρώσταγε ένα δώρο.
Αλλά εγώ συνέχιζα να μην θυμάμαι το όνομα του και προσπαθούσα να το θυμηθώ.